Ενσωμάτωση του κτισμένου στο έδαφος, με οδηγό μια σειρά από πέτρινους άξονες – πτυχές του οικοπέδου και η δημιουργία μιας αρχιτεκτονικής σύνθεσης από ίχνη.
Η μελέτη αφορά δύο κατοικίες σε ένα επικλινές οικόπεδο στη κοινότητα της Βίβλου, στην Νάξο, μια μονώροφη με ένα τμήμα υπόσκαφο και ένα τμήμα υπέργειο, συνολικού εμβαδού 165μ2 και μία διώροφη κατοικία 87μ2.
Το έντονα μακρόστενο σχήμα του οικοπέδου, με τις κατά τόπους μεγάλες κλίσεις εδάφους, παραπέμπει οπτικά σε πτυχές ενδύματος/χυτώνα.
Η αρχιτεκτονική σύνθεση απαντώντας σε αυτό, «κρύβει» τους δύο μεγαλύτερους κτιριακούς όγκους μέσα σε αυτές τις πτυχώσεις στο κέντρο του οικοπέδου, αφήνοντας μόνο τον μικρότερο απόλυτα εμφανή, ως κορυφή της σύνθεσης/πόρπη, στο ψηλό σημείο του οικοπέδου που έχει και την λιγότερη κλίση.
Οι όγκοι των κτιρίων, οι αυλές και οι δύο πισίνες, μία για κάθε κατοικία, ακολουθούν ένα σύστημα χαράξεων, όπου κάθε άξονας αποκλίνει ελαφρώς από τον προηγούμενο, δημιουργώντας μια φυσική «βεντάλια» που ανοίγει προς την δύση και την θέα προς την θάλασσα.
Στο κέντρο της σύνθεσης τοποθετείται το υπόσκαφο κτίριο, σε μία φυσική υψομετρική διαφορά 4 μέτρων, με ορατή μόνο την μπροστινή του πέτρινη όψη. Το υπέργειο τμήμα της ίδιας κατοικίας, τοποθετείται μπροστά από το υπόσκαφο, χαμηλά σε σχέση με το φυσικό έδαφος, στην λογική του υπόσκαφου τμήματος, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο αρχιτεκτονικό σύνολο ενσωματωμένο όσο το δυνατόν περισσότερο με τον φυσικό περιβάλλοντα χώρο.
Οι επιφάνειες του νερού/πισίνες έχουν ανοικτή την πλευρά προς την θέα, συνεχίζοντας νοητά τη θάλασσα και επιτρέποντας στο στοιχείο του νερού να εισχωρήσει ως «μαλακή» πτυχή, στο φυσικό περιβάλλον του οικοπέδου.
Ο περιβάλλον χώρος φυτεύεται με αρωματικά βότανα της περιοχής και ξερική φύτευση που συναντάται στη Νάξο, ολοκληρώνοντας τις πτυχώσεις, με στοιχεία της γής.